εκτιμώ — ( άω) και εχτιμώ και χτιμάω (AM ἐκτιμῶ) 1. τιμώ κάποιον ή κάτι ιδιαίτερα, αναγνωρίζω την αξία του κυρίως για ηθικές ή πνευματικές ιδιότητες («τόν εκτιμώ για την τιμιότητά του», «εκτιμώ το ήθος και τη μόρφωσή του») 2. υπολογίζω την αξία («η εφορία … Dictionary of Greek
εκτιμώ — εκτιμάω / εκτιμώ (παρατατ. ούσα), εκτίμησα βλ. πίν. 58 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
εκτιμώ — εκτίμησα, εκτιμήθηκα, εκτιμημένος, μτβ. 1. τιμώ εξαιρετικά, αναγνωρίζω την αξία κάποιου. 2. αναγνωρίζω ή κρίνω όπως πρέπει, σταθμίζω: Εκτιμώ τις δυσκολίες του έργου σας. 3. υπολογίζω την αξία πράγματος, ορίζω την τιμή του: Εκτιμήθηκε το οικόπεδο… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
εκτιμάω — / εκτιμώ (παρατατ. ούσα), εκτίμησα βλ. πίν. 58 Σημειώσεις: εκτιμάω : οι τύποι εκτιμώ ( άς, ά...) απαντώνται κυρίως σε εκφράσεις όπως εκτιμώ (→ κρίνω) ότι … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
επιτιμώ — (AM ἐπιτιμῶ, άω, ιων. τ. ἐπιτιμέω) [τιμώ] επιπλήττω, κατακρίνω, ελέγχω, κατηγορώ, μαλώνω («τόν επιτίμησε για την αμέλειά του») αρχ. μσν. επιβάλλω ποινή, τιμωρώ («τοῑς μέν ἐξάρνοις ἐπετιμήσατε», Αισχίν.) αρχ. 1. ορίζω την τιμή, εκτιμώ 2. σέβομαι,… … Dictionary of Greek
καλολογαριάζω — λογαριάζω καλά, εκτιμώ κάτι ορθά, εκτιμώ με επιτυχία … Dictionary of Greek
καρ — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Δία και της Κρήτης, αδελφός του Λυδού και του Μυσού και πατέρας του Αλαβάνδη, επώνυμου των Αλαβάνδων. Ήταν ιδρυτής και επώνυμος της Καρίας της Μικράς Ασίας, ενώ αναφέρεται και ως εφευρέτης της οιωνοσκοπίας … Dictionary of Greek
μετρώ — άω (ΑΜ μετρῶ, έω) [μέτρον] 1. προσδιορίζω τις διαστάσεις, την ένταση ή την αξία ενός πράγματος με βάση ορισμένη μετρική μονάδα (α. «το οικόπεδο μετρήθηκε και είναι 450 τετραγωνικά μέτρα» β. «τάς χώρας σφέων μετρήσας κατά παρασάγγας», Ηρόδ.) 2.… … Dictionary of Greek
προσαποτιμώ — άω, Α εκτιμώ κάτι επί πλέον. [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + ἀποτιμῶ «καθορίζω την τιμή ενός πράγματος υπολογίζοντας την αξία του, εκτιμώ»] … Dictionary of Greek
τίω — (I) Α 1. απονέμω τιμή σε κάποιον («Ἕκτωρ... οὐδέ τι τίει ἀνέρας οὐδὲ θεούς», Ομ. Ιλ.) 2. έχω σε εκτίμηση, εκτιμώ («θεοὶ μάκαρες... δίκην τίουσι καὶ αἴσιμα ἔργ ἀνθρώπων», Ομ. Οδ.) 3. ορίζω την αξία ενός πράγματος, διατιμώ («μέγαν τρίποδ… … Dictionary of Greek
Τιτάν — (Αστρον.). Ένας από τους 9 δορυφόρους του Κρόνου και ο λαμπρότερος. Είναι ορατός με τηλεσκόπιο μικρής έντασης ως αστέρας 8,3 μεγέθους. Ανακαλύφθηκε το 1655 από τον Χούιγκενς. Σε σειρά απόστασης από τον κεντρικό πλανήτη έρχεται έκτος και απέχει… … Dictionary of Greek